Πέρασαν 25 χρόνια από την ημέρα που δολοφόνησαν τον Σολωμό Σολωμού – Το έγκλημα είναι ακόμη ατιμώρητο
Είναι από τις ελάχιστες φορές που πρόλογοι δεν στέκουν ικανοί να χωρέσουν συναισθήματα έντονα και σκέψεις. 14 Αυγούστου του 1996 όντας 13 χρονών παρακολουθούσα ξανά και ξανά ένα παληκάρι που με αυταπάρνηση ήθελε να κατεβάσει την τουρκική σημαία από την γη του. Το όνομα του Σολωμός Σολωμού.
Λίγες ημέρες μετά την άνανδρη δολοφονία του Τάσου Ισαάκ από τους Γκρίζους Λύκους, η οργή του Σολωμού δεν καταλάγιαζε. Δεν άκουγε τις φωνές που τον απέτρεπαν να πάει. Δεν άκουγε τους ήχους του πολέμου. Δεν ανεχόταν στη γη του να κυματίζει η τουρκική σημαία. Το πλήρωσε με μια σφαίρα στο λαιμό.
Τα νιάτα του, δεν τα υπολόγισε. Με ένα τσιγάρο στο στόμα και με δύο σάλτα βρέθηκε στο κοντάρι. Και σε κλάσματα δευτερολέπτου ακούστηκε στον αέρα ένα «σββιγνκ», η σφαίρα τον είχε βρει στο λαιμό. Ο λεβέντης έπεφτε στο χώμα.
Ακολούθησαν σκηνές που εξελισσόντουσαν με κινηματογραφική ταχύτητα. Κομφούζιο, πανικός… Αν δεν το είχε κάνει αυτό θα ήταν 51 χρονών σήμερα, μα εκείνος διάλεξε να μείνει στην αιωνιότητα, να είναι αθάνατος όπως ο φίλος του ο Τάσος Ισαάκ!
Το χρονικό της δολοφονίας του Σολωμού την 14η Αυγούστου του 1996
Ήταν τρεις μέρες μετά τη δολοφονία του Τάσου Ισαάκ στο οδόφραγμα της Δερύνειας από Τούρκους και Τουρκοκύπριους εξτρεμιστές. Στην κηδεία του παραβρέθηκε πλήθος κόσμου για να τον αποχαιρετήσει αν και ο ελληνισμός δεν είχε συνέλθει ακόμη από το σοκ. Όλοι ήθελαν να αφήσουν ένα λουλούδι στον τόπο της θυσίας του και η συγκίνηση με την οργή ήταν τα κυρίαρχα συναισθήματα που καθρεφτιζόταν στα μάτια όλων.
Ανάμεσα στους φίλους και συγγενείς που μπήκαν στη Νεκρή Ζώνη, ήταν και ο 26χρονος τότε Σολωμός Σωλομού, ο «Σολάκης» όπως τον φώναζαν οι δικοί του.
Καταγόταν από την Αμμόχωστο και ζούσε στο Παραλίμνι. Από την ημέρα της άγριας δολοφονίας του Ισαάκ, η οργή του ήταν ασυγκράτητη….
Οι φίλοι του Σολωμού που βρίσκονταν μαζί του θυμούνται πως δεν μπορούσε να ησυχάσει. «Πότε θα φέρουν τον Τάσο, πότε θα γίνει η κηδεία;», οι ερωτήσεις του ήταν καθημερινές και επίμονες. Από τη μέρα της δολοφονίας, τους έλεγε πως θα πάει να κατεβάσει τη σημαία του τουρκικού φυλακίου… ήταν αποφασισμένος!
Όταν έφθασε στο σημείο και το τουρκικό φυλάκιο απείχε λίγα μόλις μέτρα έκανε σε θεριό ανήμερο και αποπειράθηκε να πάει να κατεβάσει την σημαία.
Οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να τον αποτρέψουν, τους απαντούσε «Κάμετε τη δουλειά σας κι αυτή είναι δουλειά δική μου». Γύρω στις 2:20 το μεσημέρι, έφτασαν στον τόπο θυσίας για να βάλουν στεφάνια. Δίπλα στον Σολωμό βρισκόταν ο οπερατέρ Γιάννης Κολιγλιάτης ο οποίος και αποθανάτισε το ντοκουμέντο.
Βρέθηκαν μπροστά στο τουρκικό φυλάκιο και γύρισε στον Σολωμό ρωτώντας τον «Και τώρα τι κάνουμε;». Ο Σολωμός του απάντησε «Εγώ θα κατεβάσω τη σημαία». Ο 28χρονος τον προέτρεψε «να μην κάνει μαλακίες»….
Όμως ήταν αργά. Φορτισμένος από την κηδεία ξέφυγε από τον κλοιό των Ηνωμένων Εθνών, πέρασε στην κατεχόμενη ζώνη και άρχισε να σκαρφαλώνει στον ιστό με το τσιγάρο στο στόμα. Την ώρα που προσπαθούσε να αναρριχηθεί ο Γιάννης του φώναζε «Σταμάτα ρε μαλάκα θα σου ρίξουνε. Που πας ρε θα σε φάνε». Τότε ακούστηκαν τρεις πυροβολισμοί κι ο Σολάκης βρέθηκε αιμόφυρτος στη γη….
Συνέχισαν να ακούγονται πυροβολισμοί και το πλήθος πέφτει στο χώμα. Τραυματίστηκαν 11 άτομα μεταξύ των οποίων και στρατιώτες της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ.
Οι δολοφόνοι του Τάσου Ισαάκ είναι οι εξής:
- Χασίμ Γιλμάζ, έποικος από την Τουρκία και στελέχος της ΜΙΤ,
- Νεϊφέλ Μουσταφά Εργκούν, έποικος από την Τουρκία και αστυνομικός του ψευδοκράτους,
- Πολάτ Φικρέτ Κορελί, Τουρκοκύπριος από την Αμμόχωστο,
- Μεχμέτ Μουσταφά Αρσλάν, έποικος από την Τουρκία και επικεφαλής των «Γκρίζων Λύκων» στα κατεχόμενα και Ερχάν Αρικλί, έποικος από την πρώην Σοβιετική Ένωση και «βουλευτής» στα κατεχόμενα».
Η θυσία τους τραγουδιέται από Έλληνες και Κύπριους
Η θυσία του Σολωμού αλλά και του Τάσου, συγκίνησε το πανελλήνιο και μεγάλοι καλλιτέχνες συνέθεσαν τραγούδια και στίχους για να τους τιμήσουν και να κρατήσουν μέσα από την δουλειά τους άσβηστες τις ηρωικές τους πράξεις.
Ο Άλκης Αλκαίος έγραψε το «Πάντα Γελαστοί» το οποίο μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος και το ερμήνευσε ο Δήμήτρης Μητροπάνος.
Οι στίχοι φωτογραφίζουν τους δύο ήρωες και έχουν ως εξής:
Της νύχτας οι αμαρτωλοί και της αυγής οι μόνοι
θέλουν βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνι
σε τόπους τριγυρίζουνε σβησμένους απ’ το χάρτη
για μια σταγόνα ουρανό για μιαν αγάπη σκάρτη
Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι
με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί
πάντα γελαστοί και γελασμένοι
Τα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα Σαλονίκη
μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι
έπεσα να σ’ ονειρευτώ σε ψάθα από φιλύρα
κι είδα πως βγάζει η νύχτα φως και τ’ όστρακο πορφύρα
Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι
με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί
πάντα γελαστοί και γελασμένοι
Ο Νότης Σφακιανάκης τραγούδησε τους στίχους του Χρήστου Κρετσόβαλη οι οποίοι «ντύθηκαν» με την μουσική του Βασίλη Δήμας που ήταν αφιερωμένοι στον Σολωμό Σολωμού.
Το τραγούδι έχει τίτλο, «Ήταν τρελός» και οι στίχοι έχουν ως εξής:
Ήταν τρελός, γι” αυτό και τού πρεπε η δόξα,
κι αυτοί τον πρόδωσαν με θάνατου φιλί .
Ενός τρελού πάντα μπροστά τραβάει η λόξα,
για να φοβούνται και να κρύβονται οι δειλοί.
Ήταν τρελός, γι” αυτό τον ξέχασαν οι αγύρτες,
σαν το τσιγάρο του στα χείλη η ζωή.
Από τι φτιάχνονται των προδοτών οι φύτρες,
και δεν τιμούνε όσους έχουνε φωνή…
Τρελό αδέλφι μου, έγινες ντέρτι μου,
σ” ένα τραγούδι πόσο θάρρος να στριμώξω;
Γίνε σημαία μου κι έλα παρέα μου,
αυτούς στον σβέρκο μου που κάθισαν να διώξω.
Στα μαύρα χόρευε με δοξαριές θανάτου,
ούτε τον ένοιαζε που φεύγει και μαγκιά του.
Ήταν τρελός κι αυτοί χαράμισαν μια σφαίρα,
γιατί οι δειλοί πάντα τους άοπλους χτυπούν.
Μα, αυτός αθάνατος γυρίζει στον αγέρα
κι αυτοί οι αθάνατοι δεν φεύγουν, πάντα ζουν!.
Τρελό αδέλφι μου, έγινες ντέρτι μου,
σ” ένα τραγούδι πόσο θάρρος να στριμώξω;
Γίνε σημαία μου κι έλα παρέα μου,
αυτούς στον σβέρκο μου που κάθισαν να διώξω.
Στα μαύρα χόρευε με δοξαριές θανάτου,
ούτε τον ένοιαζε που φεύγει και μαγκιά του.
Τρελό αδέλφι μου, έγινες ντέρτι μου,
σ” ένα τραγούδι πόσο θάρρος να στριμώξω;
Γίνε σημαία μου κι έλα παρέα μου,
αυτούς στον σβέρκο μου που κάθισαν να διώξω.
Στα μαύρα χόρευε με δοξαριές θανάτου,
ούτε τον ένοιαζε που φεύγει και μαγκιά του.
Αλλα και ο Στέλιος Ρόκκος έγραψε τη μοθυσική για ένα υπέροχο τραγούδι για τον Σολωμό Σολωμού με τίτλο: «Έλληνα μάγκα», σε στίχους του Νίκου Γρίτση.
Οι στίχοι έχουν ως εξής:
Εσύ κρεμόσουν στον ιστό γι” αυτού του κόσμου το σωστό
Κι ενώ εγώ, εγώ είχα παγώσει
Αυτό το κόκκινο πανί που σου “χε γίνει εμμονή
Ήταν γραφτό από καιρό να σε σκοτώσει
Μέσα στου κόσμου την οργή μια απέλπιδα κραυγή
Θα σε σκοτώσουν είπε φύγε ρε μαλάκα
Μα εσύ είχες ήδη αφορμή να παραδώσεις μια ψυχή
Που με τον θάνατο γουστάριζε την πλάκα
Έλληνα μάγκα “σερνικέ όλου του κόσμου πανικέ
Μόνο μια σφαίρα θα σε κάνει να λυγίσεις
Έλληνα μάγκα “σερνικέ όλου του κόσμου πανικέ
Και με το αίμα σου το χώμα θα ποτίσεις
Αυτό το χώμα αυτή η γη εικοσιδυό χρονών πληγή
Θα σε σκεπάσει φίλε από “δω και πέρα
Μα θα “ρθει κάποτε η στιγμή του χάρτη να χαθεί η ρωγμή
Ό,τι ονειρεύτηκες θα γίνει κάποια μέρα
Μέσα στου κόσμου την οργή μια απέλπιδα κραυγή
Θα σε σκοτώσουν είπε φύγε ρε μαλάκα
Μα εσύ είχες ήδη αφορμή να παραδώσεις μια ψυχή
Που με τον θάνατο γουστάριζε την πλάκα
Έλληνα μάγκα “σερνικέ όλου του κόσμου πανικέ
Μόνο μια σφαίρα θα σε κάνει να λυγίσεις
Έλληνα μάγκα “σερνικέ όλου του κόσμου πανικέ
Και με το αίμα σου το χώμα θα ποτίσεις.
ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΜΕ… ΑΘΑΝΑΤΟΣ
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ